Λούκιος

Λούκιος
I
Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας.
1. Λ. ο στρατιώτης. Μαρτύρησε στη φωτιά. Η μνήμη του τιμάται στις 14 Αυγούστου.
2. Λ. ο βουλευτής. Καταγόταν από την Κυρήνη και μαρτύρησε επί Διοκλητιανού, με αποκεφαλισμό. Η μνήμη του τιμάται στις 20 Αυγούστου.
II
(Lucius). Όνομα τριών παπών της Ρώμης.
1. Λ. Α’ (; – Ρώμη 254). Πάπας της Ρώμης (253-254) και άγιος της Δυτ. Καθολικής Εκκλησίας. Αμέσως μετά την εκλογή του εξορίστηκε, όπως άλλωστε και ο προκάτοχός του Κορνήλιος. Οι επιστολές που αποδίδονται σε αυτόν δεν είναι αυθεντικές. Η μνήμη του τιμάται στις 4 Μαρτίου.
2. Λ. Β’ (Μπολόνια ; – Ρώμη 1145). Πάπας της Ρώμης (1144-45). Ήρθε σε ρήξη με τη χριστιανική κοινότητα της Ρώμης, η οποία ήθελε να περιορίσει την παπική εξουσία στην άσκηση των θρησκευτικών καθηκόντων της. Ο Λ. πέτυχε και την αποδυνάμωση της Συγκλήτου, την οποία, αν και απρόθυμα, είχε ισχυροποιήσει ο πάπας Ινοκέντιος Β’, προκαλώντας με αυτόν τον τρόπο την απόσπαση της κοσμικής εξουσίας από τον πάπα.
3. Λ. Γ’ (Λούκα ; – Βερόνα 1185). Πάπας της Ρώμης (1181-85). Μέχρι την ανάρρησή του στον παπικό θρόνο διετέλεσε επίσκοπος στην Ότια. Μολονότι έλαβε σημαντική βοήθεια από τον Φρειδερίκο Μπαρμπαρόσα, δεν κατάφερε να υποτάξει την κοινότητα της Ρώμης και να εγκατασταθεί στην πόλη. Το 1184 συγκάλεσε σύνοδο στη Βερόνα, η οποία ασχολήθηκε με διάφορες αιρέσεις της εποχής.
III
Όνομα ιστορικών προσώπων των πρώτων χριστιανικών χρόνων.
1. Στωικός φιλόσοφος (1ος αι. μ.Χ.). Ήταν μαθητής του Ρωμαίου φιλόσοφου Μουσώνιου Ρούφου. Το έργο που συνέταξε επιγράφεται Εκ των Μουσωνίου πότερον ισχυρότερον, έθος ή λόγος.
2. Πλατωνικός φιλόσοφος (2ος αι. μ.Χ.). Ήταν ο συγγραφέας του έργου Απορίαι, στο οποίο εναντιωνόταν στα διδάγματα του Αριστοτέλη.
3. Συγγραφέας από την Πάτρα (2oς αι. μ.Χ.). Έγραψε το έργο Μεταμορφώσεων λόγοι διάφοροι, όπου αναφέρει ότι είχε μεταμορφωθεί σε γάιδαρο και διηγείται τις αναμνήσεις του. Ο Απουλήιος διασκεύασε το έργο του Λ. και το παρουσίασε ως δικό του, ενώ ο Λουκιανός στο κείμενό του Λούκιος ή Όνος το γελοιοποίησε.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • Λούκιος — masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Δαλματικός, Λούκιος Καικίλιος Μέτελος — (2ος αι. π.Χ.). Ρωμαίος στρατηγός από την οικογένεια των Καικιλίων. Το 119 π.Χ. έγινε ύπατος και κήρυξε τον πόλεμο κατά των Δαλματών, τους οποίους νίκησε χωρίς αντίσταση. Γι’ αυτό έλαβε τότε το επώνυμο Δ. Το 115 ονομάστηκε κήνσορας και με αυτή… …   Dictionary of Greek

  • Λακτάντιος, Λούκιος Καικίλιος Φιρμιανός — (Lucius Caecilius Firmianus Lactantius, 3ος 4ος αι. μ.Χ.). Χριστιανός απολογητής, αφρικανικής καταγωγής. Ήταν ρήτορας στη Νικομήδεια και δάσκαλος του Κρίσπου, γιου του Μεγάλου Κωνσταντίνου. Μαθητής του Αρνοβίου, περιγράφει με ιδιαίτερη δριμύτητα …   Dictionary of Greek

  • Σεπτίμιος Σεβήρος, Λούκιος — (Lucius Septimius Severus). Ρωμαίος αυτοκράτορας (Λέπτις Μάγκνα 146 μ.Χ. Υόρκη 211). Συγκλητικός επί Μάρκου Αυρήλιου και διοικητής πολλών επαρχιών, μετά τη δολοφονία του Περτίνακος (193) ανακηρύχτηκε αυτοκράτορας από τις λεγεώνες. Από μερικούς… …   Dictionary of Greek

  • Σηϊανός, Λούκιος - Αίλιος — Ρωμαίος στρατηγός, γιος του αρχηγού των πραιτωριανών Σήιου Στράβωνα (1ος μ.Χ. αι.). Έπαρχος των πραιτωριανών, δολοφόνησε το διάδοχο του Τιβέριου, Δρούσο, σε συνενόηση με τη σύζυγο του θύματος, η οποία ήταν ερωμένη του και, αφού έπεισε τον Τιβέριο …   Dictionary of Greek

  • Λουκίου — Λούκιος masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Λουκίους — Λούκιος masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Λουκίῳ — Λούκιος masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Λούκιε — Λούκιος masc voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Λούκιοι — Λούκιος masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”